Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2: μια σύγχρονη επιδημία

Λίγκρος Νικόλαος, Ενδοκρινολόγος
[email protected]

Ο σακχαρώδης διαβήτης, ή «σάκχαρο» όπως συνηθίζεται να λέγεται, είναι ένα χρόνιο νόσημα γνωστό από αρχαιότατων χρόνων. Ο Έλληνας ιατρός Αρεταίος τον 1ο μ.Χ. αιώνα περιέγραψε πρώτος την νόσο, με την ακατανίκητη δίψα και πολυουρία, δίνοντας της το όνομα «διαβήτης» από το ρήμα διαβαίνω, υποδηλώνοντας ότι στη νόσο αυτή τα υγρά δεν παραμένουν στο σώμα, αλλά το χρησιμοποιούν ως διαβήτη (σκάλα) μέσω της οποίας εξέρχονται.

Ο Σακχαρώδης Διαβήτης αποτελεί μία ασθένεια η οποία στην εποχή μας έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις με σημαντικές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Επιπλέον, ο αριθμός των συνανθρώπων μας που λανθάνουν της διάγνωσης είναι επίσης μεγάλος, και υπολογίζεται πως περίπου οι μισοί ασθενείς που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη δεν το γνωρίζουν.

Ο διαβήτης διακρίνεται σε δύο μεγάλες βασικές κατηγορίες: Το διαβήτη τύπου 1 ή νεανικό διαβήτη, όπως συνηθίζεται να λέγεται, και το διαβήτη τύπου 2 ή των ενηλίκων.

Ο διαβήτης τύπου 1 χρειάζεται απαραίτητα ινσουλίνη για την αντιμετώπισή του, καθώς στα άτομα αυτά παράγεται ελάχιστη ή καθόλου ινσουλίνη. Συνήθως εμφανίζεται σε άτομα νεαρής ηλικίας, χωρίς όμως να αποκλείεται η εμφάνισή του σε μεγαλύτερους (διαβήτης τύπου LADA).

Ο διαβήτης τύπου 2 δεν χρειάζεται απαραίτητα ινσουλίνη αλλά είναι εξίσου επικίνδυνος με τον τύπο 1. Η μορφή αυτή του διαβήτη είναι η συχνότερη καθώς αφορά περίπου το 80% του συνόλου των διαβητικών και απαντάται κατά κύριο λόγο σε ενήλικες παχύσαρκους. Δεν αποκλείεται όμως και η παρουσία του σε μη παχύσαρκα άτομα. Στα άτομα αυτά, παράγεται λιγότερη ινσουλίνη απ’ αυτή που χρειάζεται και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τις αυξημένες τιμές σακχάρου στο αίμα. Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 ή αλλιώς μη ινσουλινοεξαρτώμενος διαβήτης είναι μια διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης που οδηγεί σε υπεργλυκαιμία, δηλαδή αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα.

Επιδημιολογία

Τα ποσοστά του διαβήτη τύπου 2 αυξάνουν παγκοσμίως και η Διεθνής Ομοσπονδία Διαβήτη έχει προβλέψει ότι από περίπου 366 εκατομμύρια ασθενείς, που υπήρχαν το 2011, ο αριθμός τους θα έχει φτάσει τα 500 εκατομμύρια μέχρι το 2030. Η διάγνωση του διαβήτη τύπου 2 συνδέεται άμεσα με την αύξηση της παχυσαρκίας που παρατηρείται σε όλο τον κόσμο. Στη χώρα μας καταγράφονται πάνω από ένα εκατομμύριο ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη και ο αριθμός αυτός ολοένα και διευρύνεται.

Συνήθως, η διάγνωση γίνεται σε άτομα άνω των 40 ετών και η συχνότητα του διαβήτη τύπου 2 αυξάνει με την ηλικία. Δυστυχώς όμως, παρατηρείται τα τελευταία χρόνια ότι η συχνότητα αυτού του τύπου διαβήτη έχει αρχίσει να αυξάνει ,ακόμα και σε νεαρά άτομα, εφήβους και νέους ενήλικες, λόγω της αύξησης της παχυσαρκίας σε όλο και μικρότερες ηλικίες.

Παθοφυσιολογία

Πρέπει να τονιστεί ότι ο διαβήτης τύπου 2 και ο διαβήτης τύπου 1 (ινσουλινοεξαρτώμενος ή νεανικός διαβήτης), αν και έχουν το ίδιο τελικό αποτέλεσμα, που είναι το αυξημένο σάκχαρο στο αίμα, είναι διαφορετικές ασθένειες με εντελώς διαφορετικούς μηχανισμούς παθοφυσιολογίας. Ο διαβήτης τύπου 2 είναι ουσιαστικά ένα σύνολο διαταραχών που καταλήγουν στην υπεργλυκαιμία. Το κύριο χαρακτηριστικό της νόσου είναι η αντίσταση στην ινσουλίνη. Η ινσουλίνη είναι μία ορμόνη που εκκρίνεται από το πάγκρεας και συγκεκριμένα τα β-κύτταρα του παγκρέατος και βοηθάει κάθε κύτταρο του σώματος να χρησιμοποιήσει τη γλυκόζη ως πηγή ενέργειας. Λόγω της αντίστασης όμως, το πάγκρεας αρχικά υπερλειτουργεί με συνέπεια σε βάθος χρόνου να εξαντλείται. Τότε, η παραγωγή ινσουλίνης πέφτει και το σάκχαρο στο αίμα αυξάνει.

Η αντίσταση στην ινσουλίνη προϋπάρχει του διαβήτη τύπου 2, συνήθως αρκετά χρόνια και ο διαβήτης εμφανίζεται όταν πια το πάγκρεας, μετά από χρόνια εξαντλητικής υπερλειτουργίας, δε μπορεί να συνεχίσει στους ίδιους ρυθμούς και η παραγωγή ινσουλίνης πέφτει.

Παράγοντες κινδύνου

Οι βασικοί παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη διαβήτη τύπου 2 είναι οι εξής:
– Ηλικία άνω των 45. Εδώ να σημειωθεί για ακόμα μία φορά ότι όλο και συχνότερα εμφανίζεται σε νεότερα άτομα.
– Βάρος ανώτερο του 120% του επιθυμητού.
– Οικογενειακό ιστορικό σε συγγενείς πρώτου βαθμού (γονείς ή αδέλφια).
– Ιστορικό υψηλού σακχάρου νηστείας ή δυσανεξίας στη γλυκόζη.
– Μεταβολικό σύνδρομο.
– Ιστορικό διαβήτη κύησης ή γέννηση παιδιού με αυξημένο βάρος (πάνω από 4 κιλά).
– Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών.

Συμπτώματα διαβήτη τύπου 2

Δεν είναι απαραίτητο ότι ένας ασθενής με διαβήτη τύπου 2 θα έχει συμπτώματα και πολλοί ασθενείς είναι ασυμπτωματικοί, με τον διαβήτη να ανακαλύπτεται τυχαία σε κάποιο γενικό έλεγχο, ενώ δεν είναι σπάνια η εκδήλωση με κάποια από τις επιπλοκές της νόσου. Τα πιο συχνά συμπτώματα πάντως που εμφανίζονται λόγω της υπεργλυκαιμίας είναι τα εξής:
– Τα «κλασσικά» συμπτώματα: πολυουρία, πολυδιψία, πολυφαγία και απώλεια βάρους.
– Θολή όραση.
– Διαταραχές της αισθητικότητας των κάτω άκρων («μουδιάσματα» στα πόδια).
– Μυκητιάσεις, κυρίως στα γεννητικά όργανα ή στα νύχια.

Διάγνωση του διαβήτη τύπου 2

Τα κριτήρια για τη διάγνωση του διαβήτη τύπου 2 είναι τα εξής (αρκεί να ισχύει ένα από όλα):
– Σάκχαρο νηστεία πάνω από 126 mg/dl ή
– Τιμή σακχάρου πάνω από 200 mg/dl στις 2 ώρες σε καμπύλη σακχάρου με 75 γραμμάρια γλυκόζης ή
– Μία τυχαία τιμή σακχάρου (ανεξάρτητα από λήψη φαγητού) πάνω από 200 mg/dl συν τα κλασσικά συμπτώματα υπεργλυκαιμίας.

Επίσης, τείνει να χρησιμοποιείται και ως κριτήριο το αν η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη είναι πάνω από 6,5%, αν και πρέπει να γίνεται καμπύλη σακχάρου σε οριακές τιμές γλυκοζυλιωμένης.

Σε κάποιες παλαιότερες μελέτες είχε βρεθεί ότι οι περισσότεροι ασθενείς είχαν τύπου 2 διαβήτη για 4-7 χρόνια μέχρι τελικά να διαγνωσθεί.

Η προσέγγιση του ασθενούς με διαβήτη τύπου 2

Όπως είναι λογικό, το πρώτο μέλημα είναι να επιβεβαιωθεί η διάγνωση του διαβήτη, χρησιμοποιώντας τα παραπάνω διαγνωστικά κριτήρια και σε περίπτωση που οι διάφορες δοκιμασίες και εξετάσεις έρχονται σε αντίθεση η μία με την άλλη, να επαναλαμβάνονται οι εξετάσεις.

Καθώς ο διαβήτης τύπου 2 είναι συνήθως το αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας, που έχει οδηγήσει σε παχυσαρκία και κακές καθημερινές συνήθειες, πρέπει να γίνεται αναλυτική εκτίμηση της καθημερινότητας του ασθενούς. Το πρώτο βήμα άλλωστε για την αντιμετώπιση του διαβήτη είναι να εκλείψουν οι παράγοντες που τον προκάλεσαν. Κακή διατροφή, απουσία φυσικής άσκησης, καθιστική ζωή είναι κάποιοι από τους πιο κοινούς παράγοντες σε ολόκληρο τον λεγόμενο Δυτικό Κόσμο τις τελευταίες δεκαετίες, που έχουν οδηγήσει σε μια σταθερή αύξηση του αριθμού των ασθενών με τύπου 2 διαβήτη.

Έχει σημασία να δούμε αν υπάρχουν ενδείξεις εμφάνισης των επιπλοκών του διαβήτη. Αυτές μπορούν να χωριστούν αδρά σε μικροαγγειακές και μακροαγγειακές, δηλαδή σε αυτές που οφείλονται σε βλάβη των μικρών και των μεγάλων αγγείων αντίστοιχα.

Οι μικροαγγειακές επιπλοκές, που κατά κανόνα προηγούνται χρονικά των μακροαγγειακών επιπλοκών, εμφανίζονται αρχικά είτε στα μάτια είτε στα κάτω άκρα των ασθενών, εκεί δηλαδή όπου οι αρτηρίες είναι μικρότερες. Στα μάτια, εμφανίζεται η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, με βλάβες στα μικρά αγγεία στον βυθό του οφθαλμού, που μπορεί να προκαλέσουν μείωση της όρασης. Η μικροαγγειοπάθεια στα πόδια εμφανίζεται με τη μορφή παραισθησιών, διαταραχών της αισθητικότητας, κυρίως στα πέλματα και τα δάχτυλα του ποδιού και ονομάζεται διαβητική νευροπάθεια.

Μια ακόμα σημαντική επιπλοκή του διαβήτη είναι η νεφροπάθεια. Η ελάττωση της λειτουργίας των νεφρών πιθανολογείται ότι οφείλεται τόσο στο ότι επηρεάζονται οι νεφρικές αρτηρίες, όσο και στο ότι τα νεφρά «αναγκάζονται» να φιλτράρουν μεγάλες ποσότητες γλυκόζης λόγω της υπεργλυκαιμίας.

Οι μακροαγγειακές επιπλοκές αναφέρονται συνήθως σε σημαντικά συμβάντα όπως το έμφραγμα του μυοκαρδίου ή το ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο και συνήθως, όπου εκτός από το διαβήτη υπάρχουν και άλλοι παράγοντες κινδύνου που συνυπάρχουν, όπως αυξημένη αρτηριακή πίεση, υπερλιπιδαιμία, κάπνισμα και κληρονομικότητα και οι οποίοι πρέπει να αναζητηθούν και να διορθωθούν.

Θεραπεία

Η θεραπεία του διαβήτη είναι ένας συνδυασμός πολλών διαφορετικών παραγόντων. Εκτός από τη φαρμακευτική θεραπεία, που μπορεί να περιλαμβάνει δισκία, ινσουλίνη ή και συνδυασμό αυτών και πρέπει πάντα να είναι εξατομικευμένη, υπάρχουν κι άλλες παρεμβάσεις που έχουν σημασία και πρέπει να συνδυάζονται με την όποια φαρμακευτική αγωγή.

Αρχικά, είναι πολύ σημαντικό να γίνουν αλλαγές στον τρόπο ζωής, διατροφής και άσκησης, του ασθενούς για να καταπολεμηθούν όλοι εκείνοι οι παράγοντες που οδήγησαν στη νόσο.

Η σωστή εκπαίδευση του ασθενούς σχετικά με το πώς επηρεάζονται τα επίπεδα γλυκόζης ανάλογα με τις διαφορετικές τροφές, ποιες τροφές πρέπει να αποφευχθούν, ποιες να περιοριστούν και ποιες πρέπει να προτιμώνται, έχει τεράστια σημασία. Επίσης, με δεδομένο ότι οι περισσότεροι ασθενείς με τύπου 2 διαβήτη έχουν αυξημένο βάρος, πρέπει ο σχεδιασμός της διατροφής να στοχεύει και σε κάποια μείωση του βάρους.

Τέλος ένας άλλος παράγοντας που συμβάλει στην εμφάνιση της νόσου είναι η καθιστική ζωή. Κάθε ασθενής με διαβήτη, στο μέτρο του δυνατού, πρέπει να προσπαθεί να βάλει κάποιας μορφής άσκηση στην καθημερινότητά του. Ακόμα και το περπάτημα σε καθημερινή βάση μπορεί να έχει ευεργετικά αποτελέσματα.

Καθώς ο διαβήτης αυξάνει τον κίνδυνο για καρδιαγγειακές παθήσεις, υπάρχει η τάση για πιο επιθετική αντιμετώπιση άλλων παραγόντων κινδύνου, όπως η αυξημένη χοληστερόλη και η υπέρταση.

Στους ασθενείς με μεγάλο βαθμό παχυσαρκίας, μία θεραπευτική εκλογή είναι η λεγόμενη βαριατρική χειρουργική, δηλαδή κάποια χειρουργική επέμβαση που να στοχεύει σε μεγάλη απώλεια βάρους.

Σε περίπτωση που υπάρχουν επιπλοκές του διαβήτη (οφθαλμολογικές, νευρολογικές, νεφρολογικές), πρέπει κάθε μία να εξετάζεται ξεχωριστά και να χορηγείται κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.