Δυσμηνόρροια

Ελληνικός ιατρικός όρος που σημαίνει δυσκολία στην καταμήνια ροή και χαρακτηρίζεται από πόνους και κράμπες σε μερικές γυναίκες κατά τη διάρκεια της περιόδου.
Η συμπτωματολογία της δυσμηνόρροιας μπορεί να αρχίσει πριν ή κατά την έναρξη της εμμηνορρυσίας, τείνει να μεγιστοποιείται μετά από 24 ώρες και συνήθως υφίεται μετά από δύο ημέρες. Το χαρακτηριστικό σύμπτωμά της είναι ο χαμηλός κοιλιακός πόνος ,κωλικοειδούς χαρακτήρα ή ένας αμβλύς συνεχής πόνος που μπορεί να αντανακλάται στην οσφύ ή στα πόδια. Επίσης συχνά εμφανίζονται κεφαλαλγία, ναυτία, δυσκοιλιότητα ή διάρροια, συχνοουρία και μερικές φορές έμετοι.
Σε μεγάλο ποσοστό γυναικών παρατηρείται εμφάνιση προεμμηνορρυσιακού συνδρόμου δηλαδή νευρικότητα, ευερεθιστότητα, συναισθηματική αστάθεια, κατάθλιψη, δυσκολία συγκέντρωσης, έντονο αίσθημα κόπωσης, οίδημα και άλγος μαστών και κοιλιακή διάταση, κατάσταση η οποία μπορεί να επιμείνει κατά τη διάρκεια μέρους ή όλης της περιόδου έμμηνης ρύσης.
Η δυσμηνόρροια διακρίνεται σε πρωτοπαθή( λειτουργική) και δευτεροπαθή( επίκτητη).
Η πρωτοπαθής δυσμηνόρροια σχεδόν πάντα σχετίζεται με ωοθυλακιορρηκτικούς κύκλους. Ο πόνος θεωρείται ότι προκαλείται από συσπάσεις και ισχαιμία της μήτρας, που μπορεί να οφείλονται στην επίδραση των προσταγλανδινών που παράγονται από το εκκριτικό ενδομήτριο. Η δίοδος ιστού μέσω του τραχήλου, το στενό τραχηλικό στόμιο, η ανώμαλη θέση της μήτρας, η έλλειψη άσκησης και το άγχος για την έμμηνη ρύση μπορεί να αποτελούν συντελεστικούς παράγοντες. Συνήθως η πρωτοπαθής δυσμηνόρροια εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της εφηβείας, αποτελεί δε αιτία σημαντικών απουσιών από το σχολείο ή την εργασία και τείνει να μειώνεται με την ηλικία και μετά την πρώτη κύηση.
Η δευτεροπαθής δυσμηνόρροια συνήθως οφείλεται σε ενδομητρίωση, ινομυώματα, σφικτό τραχηλικό στόμιο δευτεροπαθώς σε κωνοειδή εκτομή ή κρυο- ή θερμοκαυτηρίαση, χρόνια φλεγμονώδη νόσο της πυέλου και συμφύσεις.
Όσον αφορά την αντιμετώπιση της πρωτοπαθούς δυσμηνόρροιας η επιβεβαίωση του γεγονότος ότι τα αναπαραγωγικά όργανα της ασθενούς είναι φυσιολογικά θα της δώσει ψυχολογική υποστήριξη. Τα αποτελεσματικότερα φάρμακα είναι οι αναστολείς της συνθετάσης των προσταγλανδινών( μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη) όπως η ιβουπροφαίνη, η ναπροξένη και το μεφαιναμικό οξύ. Η αποτελεσματικότητα μπορεί να είναι αυξημένη αν το φάρμακο χρησιμοποιηθεί 24 -48 ώρες πριν από την έναρξη της έμμηνης ρύσης και συνεχισθεί επί 1-2 ημέρες του κύκλου. Αν ο πόνος εξακολουθεί να επηρεάζει τη φυσιολογική δραστηριότητα, συνιστάται καταστολή της ωοθυλακιορρηξίας με αντισυλληπτικά από το στόμα σε χαμηλή δόση οιστρογόνου-προγεστερόνης.Αν και μπορεί να χρησιμοποιηθούν αντιεμετικά, η ναυτία και οι έμετοι συνήθως εξαφανίζονται καθώς υφίενται οι συσπάσεις των τοιχωμάτων της μήτρας.
Η επαρκής ανάπαυση και ο ύπνος, καθώς και η τακτική άσκηση μπορεί να ωφελήσουν.
Με παρόμοιο τρόπο αντιμετωπίζεται η δευτεροπαθής δυσμηνόρροια δηλαδή ή συμπτωματικά (φάρμακα, ανάπαυση, άσκηση) ή με τη διόρθωση της υποκείμενης ανωμαλίας π.χ. η διαστολή ενός στενού τραχηλικού στομίου μπορεί να δώσει 3-6 μήνες ανακούφισης.
Πιθανά ερωτήματα στο γιατρό σας για προβλήματα περιόδου.

Ερώτ.: Όταν μια φίλη μου άρχισε να παίρνει αντισυλληπτικά από το στόμα , οι πόνοι της περιόδου σταμάτησαν. Συμβαίνει πάντα αυτό;
Απάντ.: Μερικά αντισυλληπτικά που λαμβάνονται από το στόμα εμποδίζουν την απελευθέρωση ενός ωρίμου ωαρίου. Η εμφάνιση της έμμηνης ρύσης είναι αποτέλεσμα της μη λήψης του αντισυλληπτικού για 7 ημέρες. Έτσι οι εμμηνορρυσιακοί πόνοι εξαλείφονται. Δεν είναι γνωστό ότι υπάρχουν μειονεκτήματα από την παρατεταμένη χρήση αντισυλληπτικών εκτός αν καπνίζετε και είστε άνω των 35.Η χρήση αντισσυλληπτικών παρουσιάζει δύο συγχρόνως πλεονεκτήματα: ανακουφίζει τις κράμπες και παρέχει αποτελεσματική αντισύλληψη.

Ερώτ.: Περίπου επί δύο εβδομάδες πριν μου έρθει περίοδος , έχω πρήξιμο και πόνους στην κοιλιά.Θα βοηθούσε αν έπαιρνα βιταμίνες;
Απάντ.: Η λήψη βιταμινών και μεταλλικών συμπληρωμάτων, όπως η βιταμίνη Β6, η βιταμίνη Ε, το μαγνήσιο και ο ψευδάργυρος φαίνεται ότι βοηθάει μερικές γυναίκες. Ωστόσο η επιστημονική έρευνα δεν έχει αποδείξει ξεκάθαρα την αποτελεσματικότητα τους.
Τερψιθέα Γιασσά
Ενδοκρινολόγος