Εκπαίδευση και διαχείριση των ατόμων με Σ.Δ τα οποία επισκέπτονται τα κρατικά νοσοκομεία της χώρας μας.

Δρ Γεωργία Ν. Κάσση
Ενδοκρινολόγος
Διευθύντρια Υπεύθυνη Ιατρείου Σακχαρώδη Διαβήτη
Β΄ Ενδοκρινολογικό Τμήμα Γ.Ν.Α. Αλεξάνδρα
Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Perugia Ιταλίας

«Είναι πιο εύκολο να γράψουμε μια συνταγή, από το να μιλήσουμε με κάποιον που υποφέρει» – Franz Kafka

Τα άτομα με Σ.Δ. ζουν 24 ώρες το 24ώρο, 7 ημέρες την εβδομάδα με την πάθησή τους και η αντιμετώπισή τους απαιτεί πολλά περισσότερα από τη συνταγογράφηση ενός φαρμακευτικού σκευάσματος ή τη σύνταξη ενός μηνιαίου διαιτολογίου. Οι επαγγελματίες υγείας οφείλουν να εκπαιδεύσουν τους συγκεκριμένους ασθενείς κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να διαχειρίζονται το διαβήτη τους με ασφάλεια όλο το 24ώρο.. Ειδικά στη σημερινή εποχή όπου ο Σ.Δ. αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα ιατρικά και κοινωνικά προβλήματα καθώς λαμβάνει διαστάσεις επιδημίας στις αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες και σχετίζεται με χρόνιες επιπλοκές σε διάφορα όργανα του οργανισμού μας η εκπαίδευση του διαβητικού είναι καταλυτικής σημασίας.
Εκπαίδευση σημαίνει πρόληψη. Η πρόληψη των επιπλοκών του Σ.Δ. μειώνει τον κίνδυνο θνησιμότητας, βελτιώνει την ποιότητα της ζωής των ατόμων με Σ.Δ., ελαχιστοποιεί το κόστος της νόσου έμμεσα, άμεσα και άυλα και συνεπώς εξοικονομεί πόρους για το Εθνικό Σύστημα Υγείας.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο διαβητικός ασθενής αν και είναι ένας «ισόβιος» ασθενής με την πρόοδο της επιστημονικής έρευνας δεν νοείται να είναι πλέον ένας βαριά πάσχων. Από την ανακάλυψη της ινσουλίνης το 1921 μέχρι σήμερα έχουν σημειωθεί αλματώδεις εξελίξεις στην πρόληψη και την αντιμετώπιση των επιπλοκών του Σ.Δ. Πλέον, γνωρίζουμε καλύτερα το ρόλο της διατροφής και της άσκησης στην καθημερινή ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου αίματος. Τα φάρμακα νεώτερης γενιάς μας διευκολύνουν στη ρύθμιση του διαβήτη, χωρίς να εξαντλούν τα β-κύτταρα του παγκρέατος και δεν προκαλούν βαριές υπογλυκαιμίες. Αξίζει δε, να σημειωθεί ότι οι ινσουλίνες δεν είναι πια ζωικής προέλευσης, είναι καθαρότερες, ανθρώπινης προέλευσης ή ανάλογα ινσουλίνης που η δράση τους μοιάζει περισσότερο με αυτή που εκκρίνει ένα υγιές πάγκρεας.
Παρ’ όλα αυτά ο διαβήτης ακόμα και σήμερα παραμένει η πρώτη αιτία τύφλωσης, νεφροπάθειας τελικού σταδίου και ακρωτηριασμού άκρων μη τραυματικού τύπου.
Στην αυθόρμητη ερώτηση «τι φταίει», η απάντηση είναι απλή: η ανεπαρκής εκπαίδευση – διαχείριση των ατόμων με Σ.Δ.

Το κλειδί για όλα βρίσκεται στην αγωγή υγείας που θα πρέπει να παρέχεται από επαγγελματίες οι οποίοι έχουν βαθιά κατανόηση των αναγκών των ατόμων με διαβήτη (παιδιά, έφηβοι, έγκυες, ενήλικες και τρίτη ηλικία) και πώς αυτές οι ανάγκες αλλάζουν κατά τη διάρκεια της ζωής τους.
Οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να γνωρίζουν ότι:

  • το άτομο έχει δικαίωμα στη γνώση που το αφορά
  • το άτομο έχει δικαίωμα να συμμετέχει στις αποφάσεις που αφορούν την υγεία του
  • το άτομο έχει δικαίωμα να δεχθεί ή να απορρίψει την περίθαλψη
  • οι επαγγελματίες υγείας είναι οι πλέον υπεύθυνοι να μοιρασθούν τις πληροφορίες που θα βοηθήσουν τον ασθενή να αποφασίσει σωστά στην περίθαλψη.

Η διαδικασία της εκπαίδευσης είναι σύνθετο θέμα και απαιτεί εστίαση από την πλευρά του επαγγελματία υγείας στις δυνατότητες και τις ιδιαιτερότητες του κάθε ατόμου με διαβήτη και να προσαρμόσει τη θεραπεία ανάλογα με αυτές. Μία σωστή εκπαίδευση πρέπει να στοχεύει στην υψηλή κινητοποίηση και αυτονόμηση του ασθενή. Όσο αυξάνει η πολυπλοκότητα της θεραπείας (πχ πολλαπλές ενέσεις ινσουλίνης) τόσο αυξάνει και η ανάγκη για εκτενέστερη εκπαίδευση του ατόμου με διαβήτη.
Οι εκπαιδευτές (γιατροί,νοσηλευτές,διαιτολόγοι και άλλοι βοηθοί υγείας) θα πρέπει σε τακτά χρονικά διαστήματα να παρακολουθούν ειδικά τμήματα εκπαίδευσης για τον διαβήτη και τις μεθόδους διδασκαλίας του . Και, πάνω απ’ όλα, ο κρατικός μηχανισμός υγείας θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στα συγκεκριμένα εκπαιδευτικά προγράμματα ορίζοντας ποιοι γιατροί έχουν την άδεια εκπαίδευσης ,δεν μπορεί αυθαίρετα ο οποιοσδήποτε να κάνει ομάδες εκπαίδευσης .

Διαβήτης: μία νόσος που απαιτεί δια βίου εκπαίδευση
Ποια είναι όμως σήμερα η διαχείριση – εκπαίδευση των ατόμων με Σ.Δ. στα περισσότερα νοσοκομεία; Η αντιμετώπιση του ασθενή ( είτε έχει προσέλθει στα εξωτερικά ιατρεία είτε είναι νοσηλευόμενος σε κλινική) είναι η ακόλουθη: διαιτολόγιο με θερμίδες ανάλογες με το σωματικό βάρος του, εκπαίδευση στη χρήση μετρητή σακχάρου αίματος, εκπαίδευση στη λήψη φαρμάκων, εκπαίδευση στη χρήση και χορήγηση ινσουλίνης με τα διάφορα στυλό ή αντλίες ινσουλίνης και οδηγίες για την περίπτωση υπεργλυκαιμίας και υπογλυκαιμίας.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι , επαρκεί αυτή η εκπαίδευση; ΟΧΙ.
Δυστυχώς ,αυτή η τόσο αναγκαία εκπαίδευση ώστε, τα άτομα με διαβήτη να μπορούν να ζήσουν αυτόνομα όπως τα υγιή άτομα δεν είναι εφικτή στα εξωτερικά ιατρεία ή κέντρα των διαφόρων νοσοκομείων της χώρας. Αυτό οφείλεται ως επί το πλείστον στην έλλειψη χρόνου για εξέταση λόγω μεγάλου όγκου περιστατικών και στο ότι η συχνότητα των επισκέψεων είναι πάρα πολύ αραιή (μία επίσκεψη κάθε 3 – 4 μήνες).

Ο μόνος τρόπος αυτονόμησης των ατόμων με Σ.Δ. είναι η συμμετοχή τους σε ομάδες εκπαίδευσης -ιδανικά τρίωρες συναντήσεις 10 – 15 ατόμων μία φορά την εβδομάδα για 6 – 7 φορές τουλάχιστον. Με αυτόν τον τρόπο εκπαίδευσης ο επαγγελματίας υγείας έχει περισσότερο χρόνο για να λύσει τις όποιες απορίες έχουν τα άτομα με Σ.Δ. Καθώς οι ομάδες αυτές αποτελούνται από άτομα με κοινά προβλήματα, δίνεται η δυνατότητα σε όλους να συζητούν και να ανταλλάσσουν τις εμπειρίες τους. Αποτέλεσμα των ομάδων εκπαίδευσης είναι η απόκτηση γνώσης σε ότι αφορά τον διαβήτη και την ρύθμισή του: Η κατανόηση της σημασίας της καταγραφής της ημερήσιας παρακολούθησης των τιμών της γλυκόζης, η εξαιρετική ωφελιμότητα της φυσικής δραστηριότητας και της υγιούς κοινωνικής ζωής, το να γνωρίζει κανείς πόσες μονάδες βασικής και πόσες μονάδες γευματικής ινσουλίνης έχει ανάγκη, πότε γίνονται διορθωτικές μονάδες ινσουλίνης, τι σημαίνει ευαισθησία της ινσουλίνης, τι σημαίνει υπογλυκαιμία και τι υπεργλυκαιμία και πώς πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε, όλα τα παραπάνω είναι εξαιρετικά ουσιώδη θέματα για την καθημερινότητα ενός ατόμου με Σ. Δ.
Τέλος, πρέπει να τονίσουμε την αναγκαιότητα της διατήρησης της επαφής με τον επαγγελματία υγείας σε τακτά χρονικά διαστήματα, γιατί όσο καλά εκπαιδευμένο και αν είναι το άτομο με Σ.Δ., δε μπορεί να αντικαταστήσει τον ειδικό, που δεν παύει να είναι άλλος από τον ειδικά καταρτισμένο επαγγελματία υγείας.