Παχυσαρκία. Νεότερα δεδομένα και προβλέψεις για το 2030

ΠΑΠΑΜΙΚΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
Νοσοκομειακός Διαιτολόγος. ΓΝΑ – Κοργιαλένειο Μπενάκειο ΕΕΣ
[email protected]

Τον Μάιο του 2015 ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα της μελέτης, η οποία εκπονήθηκε για λογαριασμό της ευρωπαϊκής διεύθυνσης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (Π.Ο.Υ.) που εδρεύει στην Κοπεγχάγη. “Η Ευρώπη θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια αληθινή επιδημία παχυσαρκίας” ήταν το κύριο μήνυμα των ευρημάτων. Το προσδόκιμο επιβίωσης, ενώ δεν επηρεάζεται ουσιαστικά στα υπέρβαρα άτομα, είναι αισθητά χαμηλότερο στα άτομα με παχυσαρκία. Σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ., η παχυσαρκία ευθύνεται για το 7,8% των χαμένων ετών ζωής, λόγω πρόωρου θανάτου ή αναπηρίας στην Ευρώπη. Ένας άνθρωπος θεωρείται υπέρβαρος όταν ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) υπερβαίνει το 25. Όταν ξεπερνά το 30, θεωρείται παχύσαρκος.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης που παρουσιάστηκαν σε ευρωπαϊκό συνέδριο για την παχυσαρκία στην Πράγα, σχεδόν όλος ο ενήλικος πληθυσμός της Ιρλανδίας θα είναι υπέρβαρος ή παχύσαρκος ως το 2030. Το 89% των ανδρών (εικόνα 1) στην Ιρλανδία “αναμένεται να είναι” υπέρβαρο γύρω στο 2030, ενώ το 48% θα είναι παχύσαρκο, έναντι 74% και 26% αντίστοιχα το 2010, σύμφωνα με τον Οργανισμό. Μεταξύ των γυναικών (εικόνα 2) στην Ιρλανδία, το ποσοστό των υπέρβαρων θα αυξηθεί από το 2010 ως το 2030 από το 57% στο 85%, και το 57% των γυναικών αναμένεται να είναι παχύσαρκες το 2030. Οι προβλέψεις του ΠΟΥ είναι επίσης ανησυχητικές για τη Βρετανία, όπου το 2030 προβλέπεται ότι το 33% των γυναικών θα είναι παχύσαρκες, από 26% το 2010, όπως και το 36% των ανδρών, έναντι ενός 26% το 2010.

Eikona1

Eikona2

Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμη και σε χώρες που παραδοσιακά δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα παχυσαρκίας – όπως για παράδειγμα στη Σουηδία – αναμένεται να αυξηθεί ο αριθμός των παχύσαρκων. Ολοένα πιο παχείς γίνονται όμως και οι Γερμανοί, με τους άνδρες να αντιμετωπίζουν συχνότερα προβλήματα με το βάρος τους. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της έκθεσης του Π.Ο.Υ., έως το 2030 σχεδόν το 50% των γυναικών και περίπου τα δύο τρίτα των ανδρών στη Γερμανία αναμένεται να είναι υπέρβαροι. Η Ελλάδα, η Ισπανία, και η Τσεχία αναμένεται επίσης να γνωρίσουν μεγάλη αύξηση του ποσοστού των παχύσαρκων ενηλίκων.

Στην Ελλάδα, το ποσοστό των παχύσαρκων ανδρών και γυναικών (εικόνα 3) αναμένεται να διπλασιαστεί και να φθάσει από το 20% που καταγραφόταν το 2010 σε περίπου 40% το 2030. Στην Ισπανία, το ποσοστό των παχύσαρκων ανδρών αναμένεται να ανέλθει από το 19% στο 36% την ίδια περίοδο. Στη μεγάλη πλειονότητα των 53 χωρών οι οποίες συμπεριελήφθησαν στη μελέτη αναμένεται να καταγραφεί αύξηση του ποσοστού των υπέρβαρων και των παχύσαρκων προσώπων μεταξύ του ενήλικου πληθυσμού. Σε πολύ λίγες χώρες το ποσοστό αυτό θα σταθεροποιηθεί ή θα μειωθεί. Τέτοια είναι η περίπτωση της Ολλανδίας, όπου αναμένεται πως οι ενήλικοι άνδρες που είναι παχύσαρκοι θα μειωθούν στο 8% του πληθυσμού το 2030, από 10% το 2010.

Eikona3

Τα δεδομένα είναι εξίσου ανησυχητικά και για την παιδική παχυσαρκία ειδικότερα, η οποία εμφανίζει απότομη αύξηση στις ηλικίες επτά έως 11 ετών. Η παιδική παχυσαρκία τείνει να εξελιχθεί σε επιδημία. «Πρωταθλήτρια» στην Ευρώπη είναι η Ιρλανδία, όπου πάνω από το ένα τέταρτο (27,5%) των παιδιών έως πέντε ετών είναι υπέρβαρα όπως αποκαλύπτουν τα ευρήματα από 32 χώρες. Μετά την Ιρλανδία, ακολουθούν η Βρετανία (23,1%), η Αλβανία (22%), η Γεωργία (20%), η Βουλγαρία (19,8%) και η Ισπανία (18,4%). Οι χώρες με το μικρότερο πρόβλημα εμφανίζονται να είναι το Καζακστάν (0,6%), η Λιθουανία (5,1%) και η Τσεχία (5,5%).

Μια δεύτερη σουηδική έρευνα του ιατρικού Ινστιτούτου Καρολίνσκα του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης, η οποία ανέλυσε στοιχεία για σχεδόν 9.000 μαθητές και παρουσιάσθηκε στο ίδιο συνέδριο, δείχνει ότι μόνο το 56% των παχύσαρκων παιδιών ολοκλήρωσαν έναν δωδεκαετή κύκλο σπουδών (κατώτερη και μέση εκπαίδευση), έναντι ποσοστού 76% για τα παιδιά κανονικού βάρους.

Περιληπτικά, 42 εκατ. παιδιά κάτω των πέντε ετών είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Οι στατιστικές δείχνουν ότι τα παιδιά με βάρος μεγαλύτερο του κανονικού έχουν περισσότερα προβλήματα υγείας (αναπνευστικά, κατάγματα οστών, υψηλή αρτηριακή πίεση, ψυχολογικά κ.α.), αλλά και μετά την ενηλικίωσή τους (αυξημένος κίνδυνος για διαβήτη τύπου 2, καρδιοπάθεια, μερικούς καρκίνους, προβλήματα γονιμότητας κ.α.).

Οι επιστήμονες που εκπόνησαν τις μελέτες τονίζουν ότι οι προβλέψεις αυτές διατυπώνονται με “τη μεγαλύτερη δυνατή επιφύλαξη”. Ωστόσο, η Βρετανίδα Λόρα Γουέμπερ, μέλος της επιστημονικής ομάδας από το βρετανικό Φόρουμ Υγείας που συμμετείχε στην εκπόνηση της έκθεσης του Π.Ο.Υ., θεωρεί πως η αύξηση της παχυσαρκίας στην Ευρώπη είναι ιδιαίτερα ανησυχητική και “είναι απαραίτητο να θεσπιστούν επειγόντως πολιτικές για να αντιστραφεί αυτή η τάση”. «Οι κυβερνήσεις πρέπει να κάνουν περισσότερα προκειμένου να βάλουν φραγμό στο μάρκετινγκ του ανθυγιεινού φαγητού και να καταστήσουν πιο προσιτές τις υγιεινές τροφές», σύμφωνα με την ίδια.

Η παχυσαρκία αποτελεί έναν σημαντικό υποκείμενο αιτιολογικό παράγοντα για την εκδήλωση καρδιαγγειακών νοσημάτων, διαβήτη, αλλά και ορισμένων μορφών καρκίνου. Σύμφωνα με στοιχεία που είχε δώσει στη δημοσιότητα ο Π.Ο.Υ. στο πρόσφατο παρελθόν, σε παγκόσμιο επίπεδο πάνω από 1,9 δισεκ. ενήλικοι ήταν υπέρβαροι το 2014 και, εξ αυτών, πάνω από 600 εκατ. παχύσαρκοι.

Ανακεφαλαιώνοντας, ο αριθμός των παχύσαρκων ενηλίκων “υπερδιπλασιάστηκε σε παγκόσμιο επίπεδο από το 1980 ως το 2014”, σύμφωνα με τον Οργανισμό. Τα προβλήματα υγείας που προκαλεί η παχυσαρκία δεν είναι η μόνη πτυχή του ζητήματος. Όπως κατέδειξε έρευνα της Πανεπιστημιακής Κλινικής της Λειψίας, τα παχύσαρκα άτομα επιπρόσθετα πέφτουν συχνά θύματα κοινωνικών προκαταλήψεων και διακρίσεων. Κρίνεται σκόπιμο λοιπόν, με βάση τα ανωτέρω ευρήματα, να τεθεί σε εγρήγορση η ελληνική επιστημονική κοινότητα και με όσα μέσα διαθέτει να παρέμβει με προγράμματα αγωγής υγείας αλλά και με την λειτουργία επιτέλους της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας εκπονώντας ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο αντιμετώπισης της επερχόμενης επιδημίας.