Περιλήψεις εργασιών Ευρωπαικού Συνεδρίου Ενδοκρινολογίας (B)

Επιμέλεια κειμένων και σχολιασμός: Νεκταρία Παπαδοπούλου

Υπολογισμός κινδύνου υποτροπής της νόσου Graves

Μετά από τη θεραπεία, ο υπερθυρεοειδισμός σε έδαφος της νόσου Graves θα υποτροπιάσει περίπου στους μισούς ασθενείς με κίνδυνο εμφάνισης οφθαλμοπάθειας σε ποσοστό 25% των ασθενών. Ως εκ τούτου, η πρόβλεψη του ατόμου που θα υποτροπιάσει ή θα αναπτύξει την οφθαλμοπάθεια είναι κλινικά σημαντική και συμβάλλει στην κατανόηση της παθοφυσιολογίας της νόσου.Ο Miloš Žarković και οι συνεργάτες του (Σερβία) μελέτησαν τις μεθόδους υπολογισμού υποτροπής της νόσου. Για την πρόβλεψη του κινδύνου επανεμφάνισης του υπερθυρεοειδισμού, πριν από την έναρξη της αντιθυρεοειδικής φαρμακευτικής αγωγής, προτάθηκαν οι GREAT (βάσει κλινικών δεικτών) και GREAT + (βάσει κλινικών και γενετικών δεικτών). Ο βαθμός GREAT βασίζεται στην ηλικία, τη συγκέντρωση ελεύθερης θυροξίνης (fT4), τη συγκέντρωση ανοσοσφαιρίνης αναστολέα δέσμευσης θυρεοτροπίνης (TRab ή TSI) και των διαστάσεων της βρογχοκήλης (σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας). Η βαθμολογία GREAT + περιλαμβάνει επίσης γενετικές αναλύσεις όπως τους πολυμορφισμούς HLA (DQB1-02, DQA1-05, DRB1-03) καθώς και πολυμορφισμούς του γονιδίου PTPN22. Η υψηλότερη βαθμολογία συσχετίστηκε με τον μεγαλύτερο κίνδυνο υποτροπής του υπερθυρεοειδισμού. Η επανάληψη του υπερθυρεοειδισμού παρατηρήθηκε στο 16% των ασθενών με το GREAT score από 0-1, 44% όταν η βαθμολογία GREAT είναι 2-3 και στο 68% των ασθενών με το GREAT score 4-6. Η βαθμολογία GREAT + βελτιώνει περαιτέρω την ταξινόμηση. Μόνο το 4% των ατόμων με σκορ 0-2, υπέστη υποτροπή υπερθυρεοειδισμού, ενώ το 84% με βαθμολογία GREAT + 7-10 υπέστη υποτροπή της νόσου. Επιπλέον σχετικά με την πρόβλεψη της εξέλιξης οφθαλμοπάθειας της Graves σε ασθενείς με υπερθυρεοειδισμό Graves, προτάθηκε πρόσφατα η βαθμολογία PREDIGO. Η βαθμολογία αυτή βασίζεται σε βαθμολογία κλινικής δραστηριότητας (0 έναντι> 0), τη συγκέντρωση των αντισωμάτων TSI, τη διάρκεια συμπτωμάτων υπερθυρεοειδισμού πριν από τη θεραπεία καθώς και το κάπνισμα. Η βαθμολογία αυτή έχει πολύ καλή συσχέτιση με την πρόβλεψη της εκδήλωσης και υποτροπής της σχετιζόμενης με αυτήν οφθαλμοπάθεια. Οι βαθμολογίες πρόβλεψης επιτρέπουν την επιλογή της κατάλληλης θεραπείας για τους ασθενείς (φάρμακα, χειρουργική επέμβαση, ραδιενεργό ιώδιο), επιτρέποντας έτσι την πρόληψη ή την ελαχιστοποίηση των ανεπιθύμητων ενεργειών της επιλεγμένης θεραπείας.

Σχόλιο

Η υπερλειτουργία του θυρεοειδούς μπορεί να οφείλεται στη νόσο του Graves που προκαλείται από ανάπτυξη αντισωμάτων από τον ίδιο οργανισμό του αρρώστου (αυτοανοσία) που διεγείρουν το θυρεοειδή και προκαλούν υπερλειτουργία. Η νόσος του Graves μπορεί να συνοδεύεται από οφθαλμοπάθεια (φλεγμονώδεις αλλοιώσεις στα μάτια και εξόφθαλμο).
Μετά την αρχική θεραπεία που γίνεται συνήθως με δισκία για 1-2 χρόνια η νόσος ελέγχεται αλλά πάντα υπάρχει ο κίνδυνος υποτροπής. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ποια άτομα θα υποτροπιάσουν για την επιλογή της θεραπείας μετά την υποτροπή.
Στην εργασία αυτή οι ερευνητές αξιολόγησαν κλινικές, ορμονικές και γενετικές παραμέτρους και υπολόγισαν τον κίνδυνο υποτροπής της νόσου με βάση τη βαθμολογία από κλίμακες που περιείχαν τις παραμέτρους αυτές.

Ο σύνδεσμος μεταξύ λιπώδους διήθησης του ήπατος και της ινσουλινοαντίστασης

O Gerald Shulman και οι συνεργάτες του (Η.Π.Α.) μελέτησαν την αντίσταση στην ινσουλίνη και τη σχέση της με την λιπώδη διήθηση του ήπατος. Η εκτοπη εναπόθεση λιπιδίων στο ήπαρ και το σκελετικό μυ παίζει σημαντικό ρόλο στην παθογένεση της αντίστασης στην ινσουλίνη και του Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2 (ΣΔ2). Επιπλέον, η μη αλκοολική λιπώδης ηπατική νόσος (NAFLD) είναι ένας βασικός παράγοντας προδιαθέσεως για τη μη αλκοολική στεατοηπατίτιδα (NASH) και τον ηπατοκυτταρικό καρκίνο ενώ και αποτελεί έναν ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου. Η κατανόηση των κυτταρικών και μοριακών μηχανισμών με τους οποίους η έκτοπη εναπόθεση λιπιδίων προάγει την αντίσταση στην ινσουλίνη στο ήπαρ και την αναγνώριση των βασικών λιπιδικών μεσολαβητών σε αυτή τη διαδικασία είναι επομένως πολύ ενδιαφέρουσα. Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει πως οι διακυλγλυκερόλες αποτελούν εκλυτικό παράγοντα για την επαγόμενη από τα λιπίδια αντίσταση στην ηπατική ινσουλίνη μέσω ενεργοποίησης ενδοκυττάριων μηχανισμών. Επιπρόσθετα, οι αλλοιώσεις του ηπατικού συνενζύμου ακετυλο CoA, έχουν αποδειχθεί ότι μεσολαβούν στην καταστολή της ινσουλίνης της ηπατικής γλυκονεογένεσης καθώς επίσης και προάγουν αυξημένους ρυθμούς ηπατικής γλυκονεογένεσης σε ασθενείς με ανεπαρκώς ελεγχόμενο Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2. Για την υποστήριξη αυτών των μηχανισμών, πρόσφατες μελέτες έδειξαν τη δυνητική χρησιμότητα και ασφάλεια της αποσύνδεσης των ηπατικών μιτοχονδρίων με στόχο το ήπαρ ως μια νέα θεραπευτική προσέγγιση για τη θεραπεία της NAFLD, της NASH και του ΣΔ2 σε πειραματόζωα (επίμυες) μειώνοντας την αντίσταση στην ηπατική ινσουλίνη καθώς και το ΣΔ2 διαβήτη.

Σχόλιο

Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 ,σε αντίθεση με τον τύπο 1 που δεν κυκλοφορεί ινσουλίνη λόγω αυτοάνοσης καταστροφής των β κυττάρων του παγκρέατος που την εκκρίνουν, οφείλεται σε μείωση της βιολογικής δράσης της υπάρχουσας ινσουλίνης. Η αντίσταση στην ινσουλίνη αφορά κυρίως στη δράση της στο ήπαρ, τους μυς και το λιπώδη ιστό.

Στην εργασία αυτή οι ερευνητές αποδίδουν τη δημιουργία αντίστασης στη δράση της ινσουλίνης στο ήπαρ στη συσσώρευση λίπους (λιπώδης διήθηση) και προτείνουν κυτταρικούς και μοριακούς μηχανισμούς η διαταραχή των οποίων μπορεί να αυξήσει την αντίσταση στη δράση της ινσουλίνης αρχικά στο ήπαρ και συνέχεια σε άλλους ιστούς και όργανα.