Προσφυγικό. Η ανατομία ενός προβλήματος

Η σχετικά πρόσφατη αύξηση του αριθμού των προσφύγων , κυρίως από την εμπόλεμη περιοχή του Ιράκ και της Συρίας, ανέδειξε δύο προβλήματα με κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές και φιλοσοφικές διαστάσεις.

Το πρώτο αφορά στη βίαιη εκδίωξη μεγάλων τμημάτων εγγενούς πληθυσμού μίας χώρας από αντίπαλες πολιτικά και θρησκευτικά ομάδες με στόχο τη κατάκτηση η διατήρηση της νομής της εξουσίας. Ο σκοπός στη προκειμένη περίπτωση επιτυγχάνεται με απαράδεκτες για μια σύγχρονη κοινωνία απάνθρωπες μεθόδους χωρίς ηλικιακά η φυλετικά κριτήρια.
Η επίταση και παράταση επίλυσης του προβλήματος δεν οφείλεται μόνο στις αντιμαχόμενες πλευρές αλλά και σε άλλες κατά τεκμήριο ευνομούμενες δημοκρατικές χώρες με γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα στη περιοχή. Το αποτέλεσμα μία άνευ προηγουμένου ανθρωπιστική κρίση που τα θύματα της ανήκουν όχι στους αντιμαχόμενους στρατούς , που ενσυνείδητα επιλέγουν να εμπλακούν στη στρατιωτική διαμάχη, αλλά στο γενικό μη εμπόλεμο πληθυσμό που υφίσταται τις συνέπειες ενός εμφύλιου σπαραγμού.

Το δεύτερο πρόβλημα αφορά στους αποδέκτες των προσφυγικών ροών που στη πλειοψηφία τους είναι οι κάτοικοι των χωρών της ευρωπαικής ένωσης.
Η μέχρι τώρα αντίδραση τόσο του πληθυσμού όσο και των ηγεσιών των χωρών που υποδέχονται τους πρόσφυγες χαρακτηρίζεται από αμηχανία, αμφιθυμία, αποδοχή έως εμφανή επιθετικότητα. Μία προσπάθεια ερμηνείας αυτής της συμπεριφοράς που θα διαιρούσε τους αποδέκτες του κύματος των προσφύγων σε κακούς και καλούς ανάλογα με τη στάση τους στη προσφυγική κρίση θα ήταν επικίνδυνα απλοική και εσφαλμένη.
Φυσικά υπάρχουν ηθικά, μορφωτικά και πολιτισμικά στοιχεία διαμόρφωσης της συμπεριφοράς των ατόμων αλλά και γενικότερα ενός έθνους που καθορίζουν τον τρόπο αντιμετώπισης της δυστυχίας του πλησίον μας. Αυτά όμως επηρεάζονται άμεσα από τις συγκυρίες και το βαθμό που η εισαγόμενη κρίση επηρεάζει τη καθημερινότητα αλλά και τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της ζωής μας.

Οι ετερόκλητες, μεταβαλλόμενες και μερικές φορές απροσδόκητες αντιδράσεις των ηγεσιών των ευρωπαικών κρατών που κυμαίνονται από χωρίς ιδιαίτερους περιορισμούς εισδοχή των προσφύγων έως κλείσιμο συνόρων και κατάσχεση των τιμαλφών τους αναδεικνύει τη προσπάθεια αποφυγής πολιτικού κόστους των κυβερνώντων ανεξάρτητα από τις αρχές, ηθικές και φιλοσοφικές αξίες που αποτελούν τα θεμέλια του δυτικού μας πολιτισμού.

Αν εξαιρέσουμε τις ομάδες του πληθυσμού στη δυτική κοινωνία μας που για λόγους πολιτικής ένταξης, θρησκευτικής πίστης η ακόμη οικονομικής και κοινωνικής περιθωριοποίησης τους αντιμετωπίζουν εχθρικά την είσοδο στις χώρες τους ξένων ατόμων, έστω και χτυπημένων από μια πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση, ο μέσος ευρωπαίος πολίτης αισθάνεται λύπη για τη τραγική μοίρα αυτών που ζητούν άσυλο στη χώρα του και δέχεται, όπως έχει συμβεί μέχρι τώρα, να προχωρήσει και ο ίδιος σε πράξεις βοήθειας δείχνοντας την αλληλεγγύη του στον πάσχοντα συνάνθρωπό του.
Ο βαθμός όμως συμπάθειας, προσφοράς , η και ανοχής του καθενός μας προς το χειμαζόμενο πλησίον μας είναι συνάρτηση του μεγέθους της πίεσης και της διαταραχής που ασκείται στη κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική μας καθημερινότητα. Μπορούμε εύκολα και ανέξοδα να δηλώνουμε ότι συμπάσχουμε με τους πρόσφυγες συνανθρώπους μας, από το άνετο περιβάλλον του σαλονιού μας μπροστά στη τηλεόραση, πόσο όμως είμαστε έτοιμοι να προσφέρουμε έμπρακτα τη βοήθειά μας με τη συμμετοχή μας στις ομάδες εθελοντών που αγωνίζονται καθημερινά για τη διάσωση και υποδοχή των κατατρεγμένων προσφύγων; Η προσφορά μας σε φαγητό και ιατρική φροντίδα εύκολα υλοποιείται με τη χρηματική μας συμβολή στις εθελοντικές οργανώσεις πόσο όμως είμαστε διατεθειμένοι να φιλοξενήσουμε μια οικογένεια για μερικές ημέρες στο σπίτι μας; Αν η αθρόα μετανάστευση μας αναγκάζει να αλλάξουμε τις καθημερινές μας συνήθειες και τον τρόπο της ζωής μας θα εξακολουθήσουμε να αισθανόμαστε αλληλέγγυοι στους μετανάστες όπως η ανθρωπιστική μας παιδεία και αγωγή το επιβάλλει;

Πέρα όμως από τη οποιαδήποτε προσφορά μας η το βαθμό ανοχής πού επιδεικνύουμε υπάρχει το θέμα των κινήτρων που μας οδηγούν στη διαμόρφωση μιας συμπεριφοράς «καλού Σαμαρείτη». Είναι άραγε η χριστιανική μας πίστη, η ανατροφή μας και οι αξίες της ζωής που πιστεύουμε, η επιθυμία μας να μη φανούμε ανάλγητοι στο κοινωνικό μας περίγυρο ή τα αισθήματα ενοχής που θα μας κατακλύσουν αν παραμείνουμε αδιάφοροι στον ανθρώπινο πόνο;

Το πρόβλημα της προσφυγιάς και αναζήτησης μιας καλλίτερης ζωής στην ευρωπαϊκή ήπειρο είναι για τους κατοίκους της βαθιά διλημματικό . Ακολουθούμε χωρίς επιφυλάξεις τη πολιτιστική και θρησκευτική μας παράδοση προσφέροντας με ανιδιοτέλεια ή η βοήθεια μας χορηγείται α λά κάρτ ανάλογα με το βαθμό του «ξεβολέματος» που επιφέρει.

Το πρόβλημα στις χώρες προέλευσης των προσφύγων όσο και δύσκολο να εμφανίζεται στρατιωτικά και πολιτικά επιδέχεται μία ορθολογιστική λύση με τη διακοπή των εχθροπραξιών και την εξεύρεση μιας συμβιβαστικής φόρμουλας διακυβέρνησης. Το ηθικό όμως πρόβλημα που αναδείχθηκε λόγω της προσφυγικής κρίσης στη καταναλωτική δυτική μας κοινωνία δεν φαίνεται να είναι τόσο εύκολο στην επίλυση του μιας και είναι σύμφυτο με τη ανθρώπινη φύση και τις ηθικές και πολιτιστικές μας αξίες.

Κώστας Φαινέκος